Ακριβώς την στιγμή που
βοηθούσαμε και τον τελευταίο θεραπευμένο να βγει από την τρύπα και να
καθαριστεί από τον φραπέ, την στιγμή που δεν είχαμε κανέναν ανάγκη δηλαδή,
εμφανίστηκε ένα μεγάλο κομβόι από τζιπάκια με το πρώτο να έχει τα διακριτικά της
δημοτικής αστυνομίας της Θεσσαλονίκης που τότε υπήρχε ακόμη. Με δεδομένο ότι
δεν είχα ούτε εγώ αλλά ούτε και ο Σωτήρης παρκάρει παράνομα μου έκανε ιδιαίτερη
εντύπωση η παρουσία τους στον σταθμό αλλά μετά από λίγα λεπτά κατάλαβα πως θα
χρησίμευαν για πορτοκαλί κώνοι τροχαίας, θα βρισκόταν στην άκρη του σταθμού και
θα απωθούσαν οποιονδήποτε προσπαθούσε να πλησιάσει. Γι’ αυτούς που ήδη
βρίσκονταν στον σταθμό κάποιοι με περισσότερη ικανότητα σκέψης είχαν άλλα
σχέδια.
Τρεις σκιώδεις τύποι,
ντυμένοι στα μαύρα με μακριές καμπαρντίνες βγήκαν από ένα από τα τζιπάκια και μας παραμέρισαν. Αυτοσυστήθηκαν ως η Επιτροπή για την Κοινωνική Συνοχή. Μάλιστα
είχαν και κάρτες, χωρίς ονόματα βέβαια, που ήταν πάρα πολύ όμορφα σχεδιασμένες
και χρησιμοποιούσαν σχεδόν και τις πενήντα αποχρώσεις του γκρι. Μας ζήτησαν να τους
εξιστορήσουμε όλη την περιπέτειά μας αλλά αρνήθηκα βρίζοντάς τους επειδή ήρθαν
μόνο όταν όλα διορθώθηκαν. Ο Σωτήρης με ηρέμησε και ανέλαβε να τους ενημερώσει
ενώ ένας από αυτούς κρατούσε σημειώσεις. Έτσι κι αλλιώς ήταν πολύ ικανότερος
στο να μιλάει από εμένα οπότε άρχισε να τους διηγείται βήμα προς βήμα όσα
ζήσαμε. Βέβαια σε δυο στιγμές που οι λυγμοί δεν άφηναν τον Σωτήρη να συνεχίσει
αναγκάστηκα να μιλήσω κι εγώ αλλά παρατήρησα πως εκείνες τις στιγμές ο ένας από
τους τρεις σταματούσε να κρατάει σημειώσεις. Λίγο αργότερα κατάλαβα γιατί.