Μπήκαμε στο
κλαμπ. Ήμαστε τυχεροί μιας και στην πόρτα δεν μας έπρηξαν τις μπάλες με τις λίστες
και τις κρατήσεις. Μέσα είχε αρκετό κόσμο. Μια κύρια πίστα και μεγάλο μπαρ και
αριστερά όπως μπαίνεις, μια γυριστή σκάλα που οδηγούσε στον ημιώροφο. Εκεί
ανεβήκαμε τα σκαλιά. Η μουσική ήτανε εκκωφαντική, κακής ποιότητας σαν μουσική και
έβγαινε από κακό ηχοσύστημα. Ευτυχώς που η δικιά μου δεν φόρεσε τελικά τη
φούστα και έσκασε με παντελόνι. Δεν άξιζε τον κόπο. Οι δικοί μας ήταν όλοι πάνω
στον ημιώροφο και, απ’ ότι φαινόταν, είχαμε σαράντα άτομα, δύο τραπέζια. Μας χαιρέτισαν
όλοι. Ακόμα και αυτοί με τους οποίους δεν είχα αλλάξει ποτέ κουβέντα στο
γραφείο. Χαιρετούσαν και την δικιά μου. Ευτυχώς, ντρεπόντουσαν να συζητήσουν
μαζί μας. Ανάμεσά τους, ήτανε και μεγάλες ηλικίες που δεν ταίριαζαν με το όποιο
κλαμπ, καλό ή όχι. Ένα-δυό φέραν μαζί τους τις γυναίκες τους, οι υπόλοιποι/πες,
μπακούρια. Κρατούσαν τους συντρόφους σπίτι, το πιο πιθανό. Ο άλλος, παντελώς
σιωπηλός στο γραφείο, με το ζόρι ένα καλημέρα και ένα καληνύχτα και στο κλαμπ,
παρών. Ετοιμόρροπος, με μάλλινη μπλούζα, πουκάμισο από μέσα, γιακά, βαμμένα
μαύρα μαλλιά, ινδός και η γυναίκα σπίτι. Τι ήρθε να κάνει. Υποτίθεται ότι είναι
τραπέζι που κάνει το γραφείο. Καθίσαμε στο τραπέζι και σιγά-σιγά, άρχισαν να
έρχονται και να κάθονται δίπλα μας ψάχνοντας προφάσεις για κουβέντα. Μα και κουβέντα
που θέλαμε να κάνουμε, δεν μπορούσες, η μουσική ήταν πολύ δυνατά. Ήρθε και το
φαγητό. Πιατέλες βασικά με σουβλάκια και τέτοια. Δεν μπορούσες να καταλάβεις τι
κρέας ήτανε. Αν ήτανε κρέας, γενικότερα. Τσιμπήσαμε λίγο και σηκωθήκαμε να
φύγουμε. Ένας από τους πιο ντροπαλούς ινδο-φερμένους, φάνηκε ότι ήταν
σουρωμένος και μου φώναξε πως δεν έπρεπε να φύγω τόσο νωρίς. Στο γραφείο
ντρεπόταν να μου πει κάτι παραπάνω από γεια, πως είμαι, κτλ. Και κατέληξε ότι
εγώ ας έφευγα αλλά ας του άφηνα την δικιά μου. Τον κοίταξα, σοβαρευμένος. «Πλάκα
κάνω, ηρέμησε» είπε γελώντας. «Ε, φυσικά πλάκα κάνεις, αυτό είναι το μόνο
σίγουρο». Φύγαμε και τους αφήσαμε στην γιορτή τους. Την Δευτέρα, φωτογραφίες,
κακό και όλοι μιλούσαν για την βραδιά. Σιωπηλά και ντροπαλά. Ο ινδο-φερμένος απ’
ότι φαίνεται, πρέπει να έκανε κι άλλες (μικρές) μαλακίες και τον
ψιλοκοροϊδεύανε. Αλλά όχι μόνο αυτός. Και άλλοι. Συζητούσαν για τη βραδιά, και
οι ισορροπίες ξαναγύρισαν στα παλιά. Με τους περισσότερους μούνγκα, και με μερικούς
τα τυπικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
για συνδέστε, για συνδέστε...